Αν μου έλεγες 6 χρόνια πριν πως μέσα στα επόμενα έξι χρόνια θα είχαμε μια ολοκληρωμένη Venom τριλογία με καμία εμφάνιση του Spider-Man (όχι, το after credit scene του Let There be Carnage δεν μετράει) θα γελούσα και θα έλεγα πως κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Εν τέλει κάτι τέτοιο όντως γίνεται και έξι χρόνια μετά η τριλογία του Venom ολοκληρώθηκε και ο Spider-Man δεν εμφανίστηκε ποτέ.
Το The Last Dance λοιπόν είναι το τρίτο και τελευταίο μέρος της κινηματογραφική τριλογίας του Venom. Την ταινία σκηνοθετεί η Kelly Marcel, η οποία είχε «υπογράψει» το σενάριο για τις προηγούμενες δυο ταινίες, ως την πρώτη της σκηνοθετική απόπειρα. Το σενάριο επιμελήθηκε η ίδια μαζί με τον φίλο και συνεργάτη της, Tom Hardy.
Ο Hardy εκτός από σεναριογράφος είναι φυσικά και ο πρωταγωνιστής του φιλμ, ενσαρκώνοντας για ακόμη μια φορά τον Eddie Brock, τον δημοσιογράφο ο οποίος συμβιώνει με τον Venom, τον εξωγήινο αυτό συμβιωτικό οργανισμό. Η ταινία ξεκινάει με τους Brock και Venom να βρίσκονται στο MCU εν μέσω των γεγονότων του Spider-Man: No Way Home και να ξαναγυρνάνε στην πραγματικότητα τους για να μάθουν ότι καταζητούνται από τις μυστικές υπηρεσίες της Αμερικής έπειτα από τα γεγονότα της δεύτερης ταινίας. Έτσι βρισκόμενοι στο Μεξικό θα χρειαστεί να γυρίσουν πίσω στην Αμερική ώστε να καθαρίσουν το όνομα τους. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά ταυτόχρονα τους κυνηγάνε και κάποια επικίνδυνα εξωγήινα πλάσματα για έναν πολύ τρομακτικό σκοπό. Και αυτό είναι το premise της ταινίας
![](https://cinexploration.gr/wp-content/uploads/2024/10/1-9-1024x576.jpg)
Το σενάριο είναι αχρείαστα μεγάλο, γεμάτο με φτηνά plot points και σεναριακά tricks, τα οποία αν κάτσεις να το καλοσκεφτείς δεν πείθουν. Σημαντικός χαρακτήρας στην ταινία είναι ο Strickland (Chiwetel Ejiofor) ο οποίος αποτελεί έναν μεσαίου επιπέδου ανταγωνιστή της ταινίας. Ο Strickland είναι ο κλασικός, σοβαρός στρατηγός ο οποίος πρέπει να κάνει τα πάντα για να σώσει το έθνος και κατ’επέκταση τον πλανήτη του. Ο Ejiofor παρόλο που δεν έχει κάποια σοκαριστική ερμηνεία, κάνει το καλύτερο δυνατό με το κείμενο που του δώθηκε, το ίδιο δυστυχώς δεν μπορεί να ειπωθεί και για την Juno Temple, η οποία παίζει μια επιστήμονα που έχει ψύχωση με την ανάλυση εξωγήινων συμβιωτικών οργανισμών, όπως του Venom. Η Temple έχει την ίδια έκφραση σε ολόκληρη την ταινία και απλά λέει τις ατάκες της ώστε να προχωρήσει η πλοκή.
Διασκεδαστική προσθήκη είναι αυτή του Rhys Ifans, ο οποίος κάνει πολύ καλή δουλειά στο να παίζει έναν συμπαθητικό χίπη μπαμπά, ο οποίος γνωρίζεται με τον Brock πάνω σε ένα roadtrip που κάνει με την οικογένεια του. Ο Ifans μαζί με την οικογένεια του αποτελεί τον συναισθηματικό κορμό της ταινίας. Το παράδοξο της υπόθεσης όμως είναι ότι ο Ifans παίζει επίσης τον Curt Connors/The Lizard στα The Amazing Spider-Man και Spider-Man: No Way Home, πράγμα το οποίο σε πετάει έξω από την πλοκή αν κάτσεις να το καλοσκεφτείς, μιας και όλες αυτές οι ταινίες τώρα πια συνδέονται μέσω του multiverse. Το ίδιο ισχύει και για τον Ejiofor, μιας και ο χαρακτήρας του δεν έχει καμία σχέση με τον Baron Mordo των Doctor Strange και Doctor Strange in the Multiverse of Madness αλλά αυτό δεν είναι τόσο κριτική της ίδιας της ταινίας αλλά ενόχληση δικιά μου ως φαν.
![](https://cinexploration.gr/wp-content/uploads/2024/10/3-2-1024x576.jpg)
Η μεσαία πράξη της ταινίας είναι εκνευριστικά βαρετή και αχρείαστη με μια εμφάνιση της Peggy Lu ως Mrs. Chen, η οποία είναι απολαυστικότατη στον ρόλο όπως πάντα, αλλά πραγματικά δεν στέκει καθόλου το πώς ενσωματώνεται στην πλοκή και βρίσκεται εκεί απλά γιατί «έπρεπε». Η τελευταία πράξη ωστόσο (όπως και ο ελληνικός υπότιτλος της ταινίας) είναι το σημείο όπου η ταινία δείχνει τα δόντια της. Δεν είναι κάτι τρελό, αλλά αν το συγκρίνεις με την υπόλοιπη ταινία είναι μια όαση. Μια ωραία μάχη με καλά set pieces που κλιμακώνεται με όμορφο τρόπο και σε συγκινεί. Το τέλος της ταινίας είναι το καλύτερο σημείο της ταινίας.
Στο επίκεντρο της ιστορίας για ακόμα μια φορά είναι η σχέση μεταξύ του Eddie και του Venom, μια απολαυστική σχέση αγάπης και μίσους με όμορφη κλιμάκωση στο τέλος. Αν κάτι σώζει κάπως την ταινία είναι η σχέση τους και το πώς κορυφώνεται τόσο όμορφα. Πραγματικά ο Hardy δίνει για ακόμα μια φορά μια απολαυστική ερμηνεία το οποίο σε κάνει να στεναχωριέσαι για το γεγονός ότι δεν ήρθε ποτέ αντιμέτωπος με τον Spidey (τουλάχιστον όχι ακόμα).
![](https://cinexploration.gr/wp-content/uploads/2024/10/4-2-1024x576.jpg)
Η διεύθυνση φωτογραφίας του Fabian Wagner δεν αποτελεί κάτι τρελό και περνάει αδιάφορη δυστυχώς ενώ κανένα πλάνο του δεν έχει την ίδια ομορφιά με κάποιες από τις εικόνες του Let There be Carnage. Η μουσική του Dan Deacon είναι επίσης εκεί απλά για να υπάρχει και δεν λέει πολλά δυστυχώς, με κάποια «needle drops» από διάσημα τραγούδια που έχει η ταινία να κάνουν μεγαλύτερη εντύπωση από το ίδιο το original soundtrack.
Η ταινία έχει δυο σκηνές μετά τους τίτλους τέλους, η πρώτη teasάρει κάτι το οποίο μπορεί να έρθει στο μέλλον και αν το κάνουν σωστά τότε θα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Η δεύτερη είναι ίσως η πιο αδιάφορη σκηνή μετά τους τίτλους που έχω δει σε υπερηρωική ταινία.
Το Venom: The Last Dance είναι αυτό που πολλοί αποκαλούν Dumb Fun, διασκεδαστικό μεν, αλλά μέχρι εκεί, χωρίς να έχει κάτι βαθύτερο να σου προσφέρει. Αν σας άρεσαν οι προηγούμενες δυο ταινίες, μάλλον θα σας αρέσει και αυτή. Αν όχι, τότε σίγουρα δεν θα αλλάξετι γνώμη.